Συντηρητικό μέτωπο εκποίησης της χώρας και πολιτικής ερήμωσης
του Ρούντι Ρινάλντι, από τον Δρόμο της Αριστεράς, 27/8/2011
Το τελευταίο διάστημα είχαμε δύο τηλεφωνικές επικοινωνίες (από αυτές που γίνανε γνωστές) ανάμεσα στον Γ. Παπανδρέου και τον Α. Σαμαρά. Η πρώτη έγινε την 15η Ιουνίου, όταν ουσιαστικά είχε παραιτηθεί για μερικές ώρες ο πρωθυπουργός, αλλά το συνοικέσιο δεν προχώρησε. Πριν λίγες μέρες, τα πράγματα πήγαν καλύτερα, και ένα ευρύ φάσμα πολιτικών δυνάμεων, μετά τη συμφωνία των δύο, υπερψήφισε το νομοσχέδιο για τα ΑΕΙ.
Και τι δεν ειπώθηκε για αυτήν την υπερψήφιση. Πανηγυρισμοί, ύμνοι, ιαχές, χαρά. «Υπάρχουν και ευτυχισμένες στιγμές στο δημόσιο βίο μιας χώρας.», «Το στοίχημα της συναντίληψης και της συνεργασίας στα μεγάλα θέματα δεν χάθηκε», «Αλλά τώρα το ρόδι έσπασε. Υπάρχει ένα στοιχείο αναφοράς. Ένα υπόδειγμα που θα δείχνει το δρόμο για τα μείζονα και τα σπουδαία.», «Τομή στα πολιτικά μας πράγματα», «Ιστορικής διάστασης ευρεία κοινοβουλευτική συναίνεση». Η Καθημερινή σε κύριο άρθρο της την επόμενη αναφέρει: «Οι δυνάμεις ευθύνης αυτού του τόπου, οι αστικές πολιτικές δυνάμεις (ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ., ΛΑΟΣ, Δημοκρατική Συμμαχία) ενώθηκαν και αψήφησαν, επιτέλους, τις απειλές και τους εκβιασμούς μιας αντιδραστικής μειοψηφίας, που δεν θέλει να αλλάξει τίποτα και απειλεί συνεχώς ότι “θα τα κάνει μπάχαλο”». Στο ίδιο μήκος κύματος, ο ξεχασμένος κ. Στ. Μάνος δήλωσε πως «Αξίζει συγχαρητηρίων η κ. Διαμαντοπούλου που, χωρίς συμβιβασμούς σε ζητήματα αρχής, κατάφερε να οδηγήσει τη συζήτηση σε έναν επωφελή συμβιβασμό μεταξύ των μη αριστερών κομμάτων της Βουλής».
Τι συμβαίνει εδώ; Έχουμε μια εκδήλωση αναθέρμανσης ιδεών και σχεδίων συνδιαχείρισης και συναινετικής πορείας ευρύτατων αστικών δυνάμεων ώστε να αντιμετωπιστεί η κρίση. Έχουμε πρόβες εφαρμογής μιας συνταγής που θέλουν και προωθούν ισχυροί κύκλοι για μια «οικουμενική πανεθνική» διαχείριση-διακυβέρνηση αφού κανένα κόμμα δεν μπορεί από μόνο του να εφαρμόσει και ολόκληρος ο πολιτικός κόσμος βουλιάζει σε πελάγη ανυποληψίας.
Μπορεί να ισχυρίζεται η Καθημερινή (σαν αστική αντεργατική ναυαρχίδα) πως «οι δυνάμεις ευθύνης αυτού του τόπου, οι αστικές πολιτικές δυνάμεις (ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ., ΛΑΟΣ, Δημοκρατική Συμμαχία) ενώθηκαν και αψήφησαν…» αλλά γνωρίζει καλά ότι αυτό, ούτε συντελεσμένο είναι, ούτε εύκολα μπορεί να περπατήσει. Αποτελεί μιαν ευχή ή μια ύστατη λύση ανάγκης που για να προχωρήσει θα χρειαστεί να θυσιαστούν πολλές πλευρές της υπαρκτής πολιτικής ζωής. Σαν ευχή, εκφράζει την επιθυμία εξοστρακισμού των «αντιδραστικών δυνάμεων». Εδώ η αστική παράταξη τα τσουβαλιάζει όλα: Όσα δημιούργησε σε πολιτικό και συνδικαλιστικό επίπεδο μια προηγούμενη φάση η ίδια (π.χ. πελατειακό κράτος, κλειστά επαγγέλματα, κομματοκρατία, υποταγμένος συνδικαλισμός κ.λπ.) και κυρίως τις αντιδράσεις, τους αγώνες, την πολιτικοποίηση του κόσμου, τις πλατείες, τις διαδηλώσεις.
Αυτές οι λιγοστές «ευτυχισμένες στιγμές» της πολιτικής ζωής επιχειρούν να ξαναστήσουν την κλονισμένη αστική ηγεμονία, να την ξαναεμφανίσουν ως ικανή να «λειτουργήσει το μαγαζί» και να περιθωριοποιήσει την Αριστερά και κάθε φωνή αντίστασης. Αυτή την «ευτυχία» ψάχνει η αστική τάξη.
Σε μια πορεία –σχεδόν προγραμματισμένης– χρεοκοπίας, σε μια πορεία πτώχευσης του λαού και με ενεργούσες όλες τις «κοινωνικές ρευστοποιήσεις» που προκαλούν τα Μνημόνια και όλα τα μέτρα που παίρνονται, δεν θα υπάρξουν εύκολες «ευτυχισμένες στιγμές» για τον αστικό κόσμο. Είναι όμως δεδομένο ότι θα ενώνονται, –ενώ σπαράσσονται από αντιθέσεις– για να επιβληθούν στο λαό και στους αγώνες του.
Ορισμένες επισημάνσεις
Αν και δεν έχει σταθεροποιηθεί η συνολική εικόνα, μπορούν να γίνουν οι ακόλουθες επισημάνσεις:
Πρώτη, το πολιτικό σκηνικό και το πολιτικό παιχνίδι τροποποιούνται συνολικά. α) Η διαδικασία δίνει πρόσκαιρα κέρδη στον Παπανδρέου που έχει ελπίσει και έχει επενδύσει στη γραμμή αυτή. β) Ματαίωση ενός εναλλακτικού ρόλου για τον Σαμαρά αφού μεταπίπτει σε ρόλο διαχειριστή του συντηρητικού πολιτικού κόσμου. Γεγονός που θα περιλάβει αντιφάσεις και δυσκολίες στην πορεία του. γ) Κατ’ ουσίαν επιχειρείται η διαμόρφωση ενός συντηρητικού μετώπου πάνω στις ράγες μιας άλλης εποχής. Ένα συνασπισμένο μέτωπο της αντεπανάστασης αν θέλαμε να μιλήσουμε με παλιούς πολιτικούς όρους. Πράγμα που πιστοποιείται και από την πολύ σημαντική άρνηση της Δημοκρατικής Αριστεράς του κ. Κουβέλη να πάρει μέρος σε αυτό. Τέρμα οι ευρύτερες συνεργασίες, ο λόγος τώρα στο αστικό μέτωπο, στις αστικές δυνάμεις...
Δεύτερη, η ουσία του μετώπου αυτού θα έχει στρατηγικού τύπου δυσκολίες. Οι μεταξύ τους διαφορές –που δεν θα είναι προσωπικές αλλά πολιτικές– θα χρωματίσουν την πορεία. Δεν θα λύσει τα προβλήματα ένα τέτοιο μέτωπο γιατί δεν διαθέτει ουσιαστικούς υλικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς όρους και δεν θα μπορέσει να στεριώσει μια μεταβατική ενδιάμεση χρονικά λύση. Σύντομα η αγανάκτηση θα βρεθεί απέναντί της.
Τρίτη, αφήνει το δρόμο ανοικτό στην αριστερή αντιπολίτευση. Παρόλο που δεν αποτελεί την αναγκαία εναλλακτική, πλην όμως δεν σημαίνει πως δεν θα κερδίσει έδαφος σαν μόνη υπαρκτή αντιπολίτευση στη χώρα. Από την άποψη αυτή η όποια αντιμνημονιακή στάση του Σαμαρά βοήθησε μέχρι τώρα ώστε να διατηρηθούν ισορροπίες και να μην ξεφύγει, σε δύσκολες στιγμές, η αγανάκτηση και ο λαϊκός θυμός από ορισμένα πλαίσια.
Τέταρτη, η προώθηση αυτού του μετώπου θα οδηγήσει σε πολωτικές λύσεις που με τη σειρά τους θα δώσουν έδαφος σε απλοποιήσεις και ψευδαισθήσεις που θα αναπαράγουν δυσκολίες καθώς απομακρύνουν τις συνθετότερες λύσεις που είναι εντελώς απαραίτητες. Οι υπαρκτές καθυστερήσεις της Αριστεράς σε επίπεδο προγράμματος και εναλλακτικής συνολικής πρότασης θα δώσουν έδαφος σε λογής λογής υποκατάστατα «αντιμνημονιακής» πολιτικής, που άλλωστε ήδη δραστηριοποιούνται.
Επομένως χρειάζεται άμεσα –χτες– ουσιαστική σύγκλιση για το περιεχόμενο και τους στόχους μια αριστερής προοπτικής! Στον αντίποδα του αντιδραστικού μετώπου να δημιουργηθεί ένα άλλο μέτωπο προοδευτικό, λαϊκό, επιβίωσης, διεξόδου του λαού και της χώρας.
Από το "Δρόμο της Αριστεράς", 18.3.2011
Η σημασία του πολιτικού αγώνα
Κεντρικό ζήτημα για την Αριστερά η ανατροπή του πολιτικού συστήματος
Η είσοδος σε μια ειδική καθεστωτική φάση με την τρόικα και το Μνημόνιο έδειξε πιο καθαρά τη φύση του πολιτικού συστήματος στη χώρα μας αλλά και έφερε στην επιφάνεια ένα ριζοσπαστισμό, που εντόπισε την κακοδαιμονία του τόπου στο πολιτικό σύστημα. Το πολιτικό σύστημα συνολικά –κι όχι το ένα ή το άλλο κόμμα που είναι στην κυβέρνηση– και το εποικοδόμημα που το στηρίζει και διαπλέκεται με αυτό (κυρίως ΜΜΕ και δικαιοσύνη) βρέθηκαν στο επίκεντρο της αμφισβήτησης, του θυμού, του γιουχαΐσματος, των κινητοποιήσεων.
Σε παλιότερες εποχές, ο πολιτικός αγώνας, ήταν κάπως λυμένο θέμα και για τον απλό κόσμο. Για παράδειγμα, όταν κάποιος ήταν με την Ένωση Κέντρου, αυτό σήμαινε σφυροκόπημα της Δεξιάς σε όλα τα επίπεδα. Η καθολική πολιτική κριτική, η αιχμηρότητα ήταν δεδομένη. Ζητούμενο ήταν η μεταστροφή, ο προσανατολισμός από την αντίδραση απέναντι στους κυβερνώντες προς ολόκληρο το πολιτικό σύστημα. Σήμερα, ο Παπανδρέου δεν υφίσταται κανένα σφυροκόπημα από τα άλλα κόμματα. Το πολιτικό σύστημα της κρίσης, της χρεοκοπίας και της διαφθοράς μένει στο απυρόβλητο. Παρά τα λόγια ενάντια στο Mνημόνιο, δεν έχει τεθεί καν το θέμα του πολιτικού αγώνα, με την έννοια της αντισυστημικής πάλης που θα είχε σαν αιχμή την ανατροπή του σάπιου πολιτικού συστήματος-εποικοδομήματος.
Όλοι κριτικάρουν πλευρές του Μνημονίου (υπάρχει και συστημική κριτική του Μνημονίου), το Κοινοβούλιο λειτουργεί σαν να μην τρέχει τίποτα (ενώ έχει, στην ουσία, καταργηθεί), όλα τα κόμματα συμμετέχουν σε όλα, νομιμοποιώντας έτσι τα αντισυνταγματικά πραξικοπήματα, τις παραχωρήσεις κυριαρχικών δικαιωμάτων, τη νέα καθεστωτική φάση, χωρίς να τίθεται μείζον πολιτικό ζήτημα. Κανένα κόμμα δεν τόλμησε να αποχωρήσει από τη Βουλή σε ένδειξη διαμαρτυρίας, να καταγγείλει ανοικτά και με διάρκεια το συντελούμενο σχέδιο κατάκτησης και εκποίησης της χώρας και όλων των δικαιωμάτων και κατακτήσεων των εργαζομένων.
Η πολιτική εξουσία δεν είναι απλά ένα κόμμα που κυβερνά. Υπάρχει σαν πολιτικό σύστημα με τις δομές, τα κανάλια, τις αρθρώσεις του κ.λπ. Ο λαός αυθόρμητα το έχει καταλάβει και το έθεσε σε όλες τις κινητοποιήσεις –όταν ζητούσε να φύγει η «χούντα», να καεί η Βουλή, τα διαρκή γιουχαΐσματα κ.λπ. Επιπροσθέτως, το μαζικό κίνημα ανυπακοής που αναπτύσσεται σε ολόκληρη την χώρα με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το κίνημα «δεν πληρώνω», δείχνει πως η κρίση νομιμοποίησης και αντιπροσώπευσης και διαμεσολάβησης από το πολιτικό σύστημα βαθαίνει περισσότερο.
Γιατί η Αριστερά δεν στοχεύει το πολιτικό σύστημα;
Ο Μίκης Θεοδωράκης σε μια από τις πρόσφατες ομιλίες του άσκησε μια κριτική στην Αριστερά που έχει δύο βασικά σκέλη: α) Η Αριστερά προσπαθεί από τα μέσα να επιφέρει αλλαγές και βελτιώσεις, δρα δηλαδή ως συστημική δύναμη και β) Η Αριστερά με την παρουσία της στην Βουλή νομιμοποιεί όλα τα πραξικοπήματα που γίνονται.
Γιατί συμπεριφέρεται έτσι η Αριστερά, σε μια στιγμή που όλα οδηγούν και πιέζουν για μια άλλη κατεύθυνση, αυτήν του ανυποχώρητου, πολιτικού αγώνα, του αγώνα ενάντια στο πολιτικό σύστημα της διαφθοράς και της χρεοκοπίας, του Μνημονίου και της τρόικας;
Στη χώρα μας υπήρξε ένα κοινωνικό συμβόλαιο που υλοποίησε ιστορικά το ΠΑΣΟΚ. Έγιναν οικονομικές παραχωρήσεις στους εργαζόμενους και στο λαό οι οποίες συνοδεύτηκαν επίσης από μικροπρονόμια και μικροφαυλότητα. Το ΠΑΣΟΚ πρωτοστάτησε στην πολιτική ενσωμάτωσης των συνδικαλιστικών και συνεταιριστικών στελεχών και στρωμάτων. Παράλληλα με αυτά προχώρησε στην αναβάθμιση της διαφθοράς και της διαπλοκής. Οι παλιότεροι θα θυμούνται τη ρήση του Ανδρέα Παπανδρέου της πρώτης περιόδου, όταν κριτικάρισε ένα στέλεχος (πασόκο διοικητή της ΔΕΗ) που «λαδώθηκε» με 500 εκατομμύρια δραχμές μίζα: «είπαμε να κάνουμε ένα δώρο στον εαυτό μας αλλά όχι και 500 εκατομμυρίων». Μέσα από μια διαδρομή πολυδαίδαλων συγκρούσεων ανάμεσα σε μεγαλοεργολάβους, ξένες πολυεθνικές και εξοπλιστικά προγράμματα, στήθηκε ένας άγριος χορός διαφθοράς ολόκληρου του πολιτικού οικοδομήματος.
Από την άλλη, αναπτύχθηκε μια θάλασσα μεσοστρωμάτων, τα οποία πλούτισαν παρασιτικά και απόκτησαν κρίσιμο ρόλο μέσα στο κομματικό σύστημα. Η πλειοψηφία αυτών των στρωμάτων τράφηκε από τις ειδικές σχέσεις με το δημόσιο και τις παραγγελίες του ή με τις κρατικά υποστηριζόμενες εξαγωγικές-εισαγωγικές μπίζνες με την ανατολική Ευρώπη, τα Βαλκάνια κ.λπ.
Το πολιτικό σύστημα αυτού του συμβολαίου διάνυσε μια πορεία και έφτασε, σήμερα, στο σημείο της πλήρους διαφθοράς και φαυλότητας. Παράλληλα όμως, έχει φτάσει και το τέλος της οικονομικής πολιτικής που να μπορεί να συντηρεί το κοινωνικό συμβόλαιο. Ο θόρυβος για τα «ρετιρέ» και τα προνόμια των συνδικαλιστών πάει να καλύψει τη διαφθορά και την ανεπάρκεια όλου του συστήματος, να δώσει αίσθηση κάθαρσης και δικαιοσύνης, ενώ στην ουσία παραπλανά, ώστε να μην μπει στο στόχαστρο ολόκληρο το πολιτικό σύστημα.
Η Αριστερά, με έναν τρόπο, ήταν μέσα στο κοινωνικό συμβόλαιο, σαν έλασσον τμήμα του πολιτικού συστήματος. Το νομιμοποίησε και δεν το πολέμησε.
Η συναρμογή της Αριστεράς στο πολιτικό σύστημα και ο συμβιβασμός της προς αυτό είναι καταγγελτέα, διότι:
• Παραιτήθηκε από την αμφισβήτηση του πολιτικού συστήματος, αφού μάλλον είχε παραιτηθεί από κάθε άλλη στρατηγική. Δεν σύνδεσε την όποια τακτική με μια απώτερη ανεξάρτητη στρατηγική. Συμπεριφέρθηκε ως ουρά και στυλοβάτης του κεντροαριστερού πόλου στην Ελλάδα και πιο ειδικά του ΠΑΣΟΚ στα κρίσιμα χρόνια.
• Ο συμβιβασμός ήταν φαύλος από την αρχή, αφού στηρίχθηκε στη ληστρική επιδρομή απέναντι στο κράτος. Έτσι είχαμε: α) συμπόρευση με τον οικονομισμό του συνδικαλιστικού κινήματος β) προβολή μιας Αριστεράς των δικαιωμάτων και φιλοευρωπαϊκής γ) ήταν μια Αριστερά πολύπλευρα σχετιζόμενη με διάφορες συντεχνίες (γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί, πανεπιστημιακοί). Σε αυτές τις τρεις εκδοχές η Αριστερά ήταν μέσα στο πολιτικό σύστημα και μπόρεσε να συνυπάρχει –και όχι να αντιπαλεύει– με τις καθαρόαιμες αστικές δυνάμεις.
Σχετικά με το πολιτικό σύστημα, η Αριστερά είδε λίγα ζητήματα:
• Είδε μόνο δικομματισμό. Κατά το ήμισυ σωστή διαπίστωση, κατά το άλλο ήμισυ ψευδεπίγραφη, γιατί ήταν οργανικά δεμένη στο άρμα της μιας πλευράς του.
• Στήριξε και στηρίζει ακόμα τον κεντροαριστερό άξονα ηγεμονίας στη χώρα (π.χ. Καμίνης, που ψηφίστηκε μαζικά από όλους. Ας αναλογιστούμε την παράταση ζωής που πήρε το ΠΑΣΟΚ μέσα από την επιτυχία Καμίνη-Μπουτάρη;).
• Στην Αριστερά κυριαρχεί ακόμα μια αντιδεξιά λογική, ανάλυση, ιδεολογία και σε πάρα πολλά θέματα υπάρχει μια ουσιώδης ταύτιση Αριστεράς και Κεντροαριστεράς.
Εμπόδιο για τον αναγκαίο πολιτικό αγώνα είναι και το πολυφορεμένο στερεότυπο: «Δεν αγωνιζόμαστε για άλλο πολιτικό σύστημα, αλλά για το σοσιαλισμό». Αυτή η σκέψη αποτελεί μια φυγή από το συγκεκριμένο πολιτικό αγώνα του σήμερα και άδειασμα της ανάγκης του αγώνα αυτού με την ιδεολογική κριτική του συστήματος. Το ΚΚΕ πρωτοστατεί σε αυτό, και βλέπουμε την πολιτική του συμπεριφορά απέναντι στο πολιτικό σύστημα: καμιά αιχμή, καμιά πίεση. Οι πορείες του ΠΑΜΕ στις γενικές απεργίες είναι η καλύτερη απόδειξη.
Το ίδιο σχήμα ακολουθούν και άλλοι, ζητώντας καθαρότητα και σωστά συνθήματα. Ο πλατφορμισμός, δηλαδή, το κατεβατό μαξιμαλιστικών συνθημάτων που πρέπει να γίνουν δεκτά για να υπάρξει συνεργασία ή για να προχωρήσει το κίνημα, συνιστά και αυτό άρνηση του συνολικού πολιτικού αγώνα, του αγώνα ενάντια στο συγκεκριμένο πολιτικό σύστημα και της εξέλιξής του στην κρίση και τη νέα καθεστωτική φάση.
Διαθέσεις και περιεχόμενα
Η εποχή μας διαφέρει από άλλες κατά τούτο: Ο κόσμος που θέλει να αγωνιστεί, ζητά συγκεκριμένα πράγματα.
Όταν λέμε, επομένως, «αγώνας για πολιτική, οικονομική διέξοδο της χώρας» και επικεντρώσουμε προς στιγμή στην πολιτική διέξοδο, αυτό σημαίνει αγώνα για γκρέμισμα του πολιτικού συστήματος που γέννησαν οι αναδιαρθρώσεις και οι εξαρτήσεις. Κατάκτηση ενός άλλου πολιτικού συστήματος, που βασικά του γνωρίσματα θα είναι ο βαθύς εκδημοκρατισμός που θα έχει στραμμένο το βλέμμα του διαρκώς προς την πραγματική δημοκρατία, το τσάκισμα της διαπλοκής, την εξασθένιση της μιντιακής δύναμης, τη γνήσια εκπροσώπηση (άλλο εκλογικό σύστημα, έμφαση στα δημοψηφίσματα), την αναθεώρηση όλης της διοικητικής δομής της χώρας για την αποφυγή των καντονιών–περιφερειών και άλλα που μπορούμε να αξιολογήσουμε.
Το 1965, το δημοκρατικό κίνημα μέσα από τον αγώνα ενάντια στη Δεξιά αμφισβήτησε τα ανάκτορα, το παρακράτος και ανέδειξε το αίτημα για άλλο πολιτικό σύστημα.
Ποιό το αντίστοιχο σήμερα;
Αυτή η ανάγκη για πολιτικό αγώνα, για αγώνα ενάντια στο πολιτικό σύστημα δεν αναδείχθηκε από καμία δύναμη την προηγούμενη περίοδο.
Η έλλειψη προσανατολισμού και συνείδησης ήταν και είναι η κύρια αδυναμία, σε πολιτικό επίπεδο όλων των αγώνων και της φιλολογίας που τους συνοδεύει. Αυτό παραμένει το κεντρικό πολιτικό ζήτημα και σήμερα, είτε πάμε είτε δεν πάμε σε εκλογές. Αυτό παραμένει κεντρικό ζήτημα πολιτικού προσανατολισμού, ακόμα κι αν έχουμε ανοικτή χρεοκοπία. Αυτό παραμένει κεντρικό πολιτικό ζήτημα παρέμβασης και ξεκαθαρίσματος στα πλαίσια της Αριστεράς.
Μια Αριστερά που δεν παλεύει για μια ορατή, χειροπιαστή πολιτική αλλαγή δεν μπορεί να συνενώσει, να συγκινήσει, να ενθουσιάσει τον κόσμο. Ο δρόμος για να τους νικήσουμε ή να τους κάνουμε να ηττηθούν περνά μέσα από τον πολιτικό αγώνα, μέσα από την προτεραιότητα να ανατραπεί το πολιτικό σύστημα που έχουν εγκαταστήσει.
Ο πολιτικός αγώνας στο τιμόνι. Αυτό είναι το βασικό, το κύριο, το πρωταρχικό για την Αριστερά!
Σε παλιότερες εποχές, ο πολιτικός αγώνας, ήταν κάπως λυμένο θέμα και για τον απλό κόσμο. Για παράδειγμα, όταν κάποιος ήταν με την Ένωση Κέντρου, αυτό σήμαινε σφυροκόπημα της Δεξιάς σε όλα τα επίπεδα. Η καθολική πολιτική κριτική, η αιχμηρότητα ήταν δεδομένη. Ζητούμενο ήταν η μεταστροφή, ο προσανατολισμός από την αντίδραση απέναντι στους κυβερνώντες προς ολόκληρο το πολιτικό σύστημα. Σήμερα, ο Παπανδρέου δεν υφίσταται κανένα σφυροκόπημα από τα άλλα κόμματα. Το πολιτικό σύστημα της κρίσης, της χρεοκοπίας και της διαφθοράς μένει στο απυρόβλητο. Παρά τα λόγια ενάντια στο Mνημόνιο, δεν έχει τεθεί καν το θέμα του πολιτικού αγώνα, με την έννοια της αντισυστημικής πάλης που θα είχε σαν αιχμή την ανατροπή του σάπιου πολιτικού συστήματος-εποικοδομήματος.
Όλοι κριτικάρουν πλευρές του Μνημονίου (υπάρχει και συστημική κριτική του Μνημονίου), το Κοινοβούλιο λειτουργεί σαν να μην τρέχει τίποτα (ενώ έχει, στην ουσία, καταργηθεί), όλα τα κόμματα συμμετέχουν σε όλα, νομιμοποιώντας έτσι τα αντισυνταγματικά πραξικοπήματα, τις παραχωρήσεις κυριαρχικών δικαιωμάτων, τη νέα καθεστωτική φάση, χωρίς να τίθεται μείζον πολιτικό ζήτημα. Κανένα κόμμα δεν τόλμησε να αποχωρήσει από τη Βουλή σε ένδειξη διαμαρτυρίας, να καταγγείλει ανοικτά και με διάρκεια το συντελούμενο σχέδιο κατάκτησης και εκποίησης της χώρας και όλων των δικαιωμάτων και κατακτήσεων των εργαζομένων.
Η πολιτική εξουσία δεν είναι απλά ένα κόμμα που κυβερνά. Υπάρχει σαν πολιτικό σύστημα με τις δομές, τα κανάλια, τις αρθρώσεις του κ.λπ. Ο λαός αυθόρμητα το έχει καταλάβει και το έθεσε σε όλες τις κινητοποιήσεις –όταν ζητούσε να φύγει η «χούντα», να καεί η Βουλή, τα διαρκή γιουχαΐσματα κ.λπ. Επιπροσθέτως, το μαζικό κίνημα ανυπακοής που αναπτύσσεται σε ολόκληρη την χώρα με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το κίνημα «δεν πληρώνω», δείχνει πως η κρίση νομιμοποίησης και αντιπροσώπευσης και διαμεσολάβησης από το πολιτικό σύστημα βαθαίνει περισσότερο.
Γιατί η Αριστερά δεν στοχεύει το πολιτικό σύστημα;
Ο Μίκης Θεοδωράκης σε μια από τις πρόσφατες ομιλίες του άσκησε μια κριτική στην Αριστερά που έχει δύο βασικά σκέλη: α) Η Αριστερά προσπαθεί από τα μέσα να επιφέρει αλλαγές και βελτιώσεις, δρα δηλαδή ως συστημική δύναμη και β) Η Αριστερά με την παρουσία της στην Βουλή νομιμοποιεί όλα τα πραξικοπήματα που γίνονται.
Γιατί συμπεριφέρεται έτσι η Αριστερά, σε μια στιγμή που όλα οδηγούν και πιέζουν για μια άλλη κατεύθυνση, αυτήν του ανυποχώρητου, πολιτικού αγώνα, του αγώνα ενάντια στο πολιτικό σύστημα της διαφθοράς και της χρεοκοπίας, του Μνημονίου και της τρόικας;
Στη χώρα μας υπήρξε ένα κοινωνικό συμβόλαιο που υλοποίησε ιστορικά το ΠΑΣΟΚ. Έγιναν οικονομικές παραχωρήσεις στους εργαζόμενους και στο λαό οι οποίες συνοδεύτηκαν επίσης από μικροπρονόμια και μικροφαυλότητα. Το ΠΑΣΟΚ πρωτοστάτησε στην πολιτική ενσωμάτωσης των συνδικαλιστικών και συνεταιριστικών στελεχών και στρωμάτων. Παράλληλα με αυτά προχώρησε στην αναβάθμιση της διαφθοράς και της διαπλοκής. Οι παλιότεροι θα θυμούνται τη ρήση του Ανδρέα Παπανδρέου της πρώτης περιόδου, όταν κριτικάρισε ένα στέλεχος (πασόκο διοικητή της ΔΕΗ) που «λαδώθηκε» με 500 εκατομμύρια δραχμές μίζα: «είπαμε να κάνουμε ένα δώρο στον εαυτό μας αλλά όχι και 500 εκατομμυρίων». Μέσα από μια διαδρομή πολυδαίδαλων συγκρούσεων ανάμεσα σε μεγαλοεργολάβους, ξένες πολυεθνικές και εξοπλιστικά προγράμματα, στήθηκε ένας άγριος χορός διαφθοράς ολόκληρου του πολιτικού οικοδομήματος.
Από την άλλη, αναπτύχθηκε μια θάλασσα μεσοστρωμάτων, τα οποία πλούτισαν παρασιτικά και απόκτησαν κρίσιμο ρόλο μέσα στο κομματικό σύστημα. Η πλειοψηφία αυτών των στρωμάτων τράφηκε από τις ειδικές σχέσεις με το δημόσιο και τις παραγγελίες του ή με τις κρατικά υποστηριζόμενες εξαγωγικές-εισαγωγικές μπίζνες με την ανατολική Ευρώπη, τα Βαλκάνια κ.λπ.
Το πολιτικό σύστημα αυτού του συμβολαίου διάνυσε μια πορεία και έφτασε, σήμερα, στο σημείο της πλήρους διαφθοράς και φαυλότητας. Παράλληλα όμως, έχει φτάσει και το τέλος της οικονομικής πολιτικής που να μπορεί να συντηρεί το κοινωνικό συμβόλαιο. Ο θόρυβος για τα «ρετιρέ» και τα προνόμια των συνδικαλιστών πάει να καλύψει τη διαφθορά και την ανεπάρκεια όλου του συστήματος, να δώσει αίσθηση κάθαρσης και δικαιοσύνης, ενώ στην ουσία παραπλανά, ώστε να μην μπει στο στόχαστρο ολόκληρο το πολιτικό σύστημα.
Η Αριστερά, με έναν τρόπο, ήταν μέσα στο κοινωνικό συμβόλαιο, σαν έλασσον τμήμα του πολιτικού συστήματος. Το νομιμοποίησε και δεν το πολέμησε.
Η συναρμογή της Αριστεράς στο πολιτικό σύστημα και ο συμβιβασμός της προς αυτό είναι καταγγελτέα, διότι:
• Παραιτήθηκε από την αμφισβήτηση του πολιτικού συστήματος, αφού μάλλον είχε παραιτηθεί από κάθε άλλη στρατηγική. Δεν σύνδεσε την όποια τακτική με μια απώτερη ανεξάρτητη στρατηγική. Συμπεριφέρθηκε ως ουρά και στυλοβάτης του κεντροαριστερού πόλου στην Ελλάδα και πιο ειδικά του ΠΑΣΟΚ στα κρίσιμα χρόνια.
• Ο συμβιβασμός ήταν φαύλος από την αρχή, αφού στηρίχθηκε στη ληστρική επιδρομή απέναντι στο κράτος. Έτσι είχαμε: α) συμπόρευση με τον οικονομισμό του συνδικαλιστικού κινήματος β) προβολή μιας Αριστεράς των δικαιωμάτων και φιλοευρωπαϊκής γ) ήταν μια Αριστερά πολύπλευρα σχετιζόμενη με διάφορες συντεχνίες (γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί, πανεπιστημιακοί). Σε αυτές τις τρεις εκδοχές η Αριστερά ήταν μέσα στο πολιτικό σύστημα και μπόρεσε να συνυπάρχει –και όχι να αντιπαλεύει– με τις καθαρόαιμες αστικές δυνάμεις.
Σχετικά με το πολιτικό σύστημα, η Αριστερά είδε λίγα ζητήματα:
• Είδε μόνο δικομματισμό. Κατά το ήμισυ σωστή διαπίστωση, κατά το άλλο ήμισυ ψευδεπίγραφη, γιατί ήταν οργανικά δεμένη στο άρμα της μιας πλευράς του.
• Στήριξε και στηρίζει ακόμα τον κεντροαριστερό άξονα ηγεμονίας στη χώρα (π.χ. Καμίνης, που ψηφίστηκε μαζικά από όλους. Ας αναλογιστούμε την παράταση ζωής που πήρε το ΠΑΣΟΚ μέσα από την επιτυχία Καμίνη-Μπουτάρη;).
• Στην Αριστερά κυριαρχεί ακόμα μια αντιδεξιά λογική, ανάλυση, ιδεολογία και σε πάρα πολλά θέματα υπάρχει μια ουσιώδης ταύτιση Αριστεράς και Κεντροαριστεράς.
Εμπόδιο για τον αναγκαίο πολιτικό αγώνα είναι και το πολυφορεμένο στερεότυπο: «Δεν αγωνιζόμαστε για άλλο πολιτικό σύστημα, αλλά για το σοσιαλισμό». Αυτή η σκέψη αποτελεί μια φυγή από το συγκεκριμένο πολιτικό αγώνα του σήμερα και άδειασμα της ανάγκης του αγώνα αυτού με την ιδεολογική κριτική του συστήματος. Το ΚΚΕ πρωτοστατεί σε αυτό, και βλέπουμε την πολιτική του συμπεριφορά απέναντι στο πολιτικό σύστημα: καμιά αιχμή, καμιά πίεση. Οι πορείες του ΠΑΜΕ στις γενικές απεργίες είναι η καλύτερη απόδειξη.
Το ίδιο σχήμα ακολουθούν και άλλοι, ζητώντας καθαρότητα και σωστά συνθήματα. Ο πλατφορμισμός, δηλαδή, το κατεβατό μαξιμαλιστικών συνθημάτων που πρέπει να γίνουν δεκτά για να υπάρξει συνεργασία ή για να προχωρήσει το κίνημα, συνιστά και αυτό άρνηση του συνολικού πολιτικού αγώνα, του αγώνα ενάντια στο συγκεκριμένο πολιτικό σύστημα και της εξέλιξής του στην κρίση και τη νέα καθεστωτική φάση.
Διαθέσεις και περιεχόμενα
Η εποχή μας διαφέρει από άλλες κατά τούτο: Ο κόσμος που θέλει να αγωνιστεί, ζητά συγκεκριμένα πράγματα.
Όταν λέμε, επομένως, «αγώνας για πολιτική, οικονομική διέξοδο της χώρας» και επικεντρώσουμε προς στιγμή στην πολιτική διέξοδο, αυτό σημαίνει αγώνα για γκρέμισμα του πολιτικού συστήματος που γέννησαν οι αναδιαρθρώσεις και οι εξαρτήσεις. Κατάκτηση ενός άλλου πολιτικού συστήματος, που βασικά του γνωρίσματα θα είναι ο βαθύς εκδημοκρατισμός που θα έχει στραμμένο το βλέμμα του διαρκώς προς την πραγματική δημοκρατία, το τσάκισμα της διαπλοκής, την εξασθένιση της μιντιακής δύναμης, τη γνήσια εκπροσώπηση (άλλο εκλογικό σύστημα, έμφαση στα δημοψηφίσματα), την αναθεώρηση όλης της διοικητικής δομής της χώρας για την αποφυγή των καντονιών–περιφερειών και άλλα που μπορούμε να αξιολογήσουμε.
Το 1965, το δημοκρατικό κίνημα μέσα από τον αγώνα ενάντια στη Δεξιά αμφισβήτησε τα ανάκτορα, το παρακράτος και ανέδειξε το αίτημα για άλλο πολιτικό σύστημα.
Ποιό το αντίστοιχο σήμερα;
Αυτή η ανάγκη για πολιτικό αγώνα, για αγώνα ενάντια στο πολιτικό σύστημα δεν αναδείχθηκε από καμία δύναμη την προηγούμενη περίοδο.
Η έλλειψη προσανατολισμού και συνείδησης ήταν και είναι η κύρια αδυναμία, σε πολιτικό επίπεδο όλων των αγώνων και της φιλολογίας που τους συνοδεύει. Αυτό παραμένει το κεντρικό πολιτικό ζήτημα και σήμερα, είτε πάμε είτε δεν πάμε σε εκλογές. Αυτό παραμένει κεντρικό ζήτημα πολιτικού προσανατολισμού, ακόμα κι αν έχουμε ανοικτή χρεοκοπία. Αυτό παραμένει κεντρικό πολιτικό ζήτημα παρέμβασης και ξεκαθαρίσματος στα πλαίσια της Αριστεράς.
Μια Αριστερά που δεν παλεύει για μια ορατή, χειροπιαστή πολιτική αλλαγή δεν μπορεί να συνενώσει, να συγκινήσει, να ενθουσιάσει τον κόσμο. Ο δρόμος για να τους νικήσουμε ή να τους κάνουμε να ηττηθούν περνά μέσα από τον πολιτικό αγώνα, μέσα από την προτεραιότητα να ανατραπεί το πολιτικό σύστημα που έχουν εγκαταστήσει.
Ο πολιτικός αγώνας στο τιμόνι. Αυτό είναι το βασικό, το κύριο, το πρωταρχικό για την Αριστερά!
31/03/2011
Η μεγάλη απόδραση της ΚΝΕ από την πραγματικότητα
Τι θα εξυπηρετήσει ένα ΠΑΜΕ στο φοιτητικό κίνημα.
Στις 13 Μάρτη δημοσιεύεται στον Κυριακάτικο Ριζοσπάστη μια ανακοίνωση της ΚΝΕ, με τίτλο «Κάλεσμα για την οργάνωση της πάλης και του κινήματος των φοιτητών – σπουδαστών». Στο κείμενο, αφού αναγνωρίζεται με αφηρημένους όρους μια «κακή κατάσταση» και ο εκφυλισμός των οργάνων του φοιτητικού κινήματος, προαναγγέλλεται το «άθροισμα» των συλλόγων στους οποίους έχει δύναμη η ΚΝΕ, σε ένα φοιτητικό ανάλογο του ΠΑΜΕ στις επόμενες φοιτητικές εκλογές. Ανοίγει έτσι -με εγκληματικό τρόπο και προκαθορισμένη κακή κατάληξη- μια αναγκαία συζήτηση για τον πολιτικό προσανατολισμό και το τελματωμένο παρόν του φοιτητικού κινήματος.
Η ΚΝΕ επιλέγει μια απελπισμένη απόδραση από την πραγματικότητα και τις απαιτήσεις της. Δεν είδε και δεν άκουσε τίποτα για το κορυφαίο πολιτικό ζήτημα της χώρας: Την ίδια την κυβέρνηση που κάθε μέρα φέρνει τη χώρα και το λαό της πιο κοντά στην καταστροφή. Αντίθετα, επαναλαμβάνει συνεχώς το στόχο της λαϊκής εξουσίας, η οποία κάπως, κάπου, κάποτε θα ’ρθει στα πράγματα. Μέχρι τότε βασικά υπομονή.
Τα αδιέξοδα του φοιτητικού κινήματος είναι πολλά. Το μεγαλύτερό του είναι το απολίτικο στέγνωμα. Το κίνημα της νεολαίας είναι, πρώτα από όλα, πολιτικό κίνημα και οφείλει να είναι δύναμη κρούσης του λαϊκού κινήματος. Αλλιώς θα εξαντλείται σε ιδεολογισμούς ή θα τριγυρνά γύρω από τους νόμους που διαλύουν την εκπαίδευση, χωρίς προοπτική, χωρίς ελπίδα για αλλαγή.
Δεν άκουσε και δεν κατάλαβε τίποτα για τις αιτίες της κατάστασης των φοιτητικών συλλόγων: Η παραταξιοποίηση, ο εκφυλισμός, η εκτόνωση, η διάλυση, έχουν αιτίες. Η ΔΑΠ και η ΠΑΣΠ κάνουν τη δουλειά τους. Διαλύουν και γελοιοποιούν, στήνουν μηχανισμούς ενσωμάτωσης και διαπλοκής, υπηρετούν καλά την εξουσία. Η φοιτητική Aριστερά, εδώ και χρόνια, τι κάνει; Ο αριστερός εμφύλιος δεν είναι βασικός παράγοντας απομαζικοποίησης και διάλυσης; Οι αποφάσεις κομματικής περιχαράκωσης δεν εκφυλίζουν το φοιτητικό κίνημα; Ο συνδικαλιστικός χουλιγκανισμός; Τα γηπεδικά συνθήματα; Οι τραμπουκισμοί; Σε αυτά η Aριστερά ήταν αντίθετη, αμέτοχη, ή δυστυχώς συχνά πρωταγωνίστρια;
Δεν κατάλαβε και δεν θέλησε ποτέ να αναμετρηθεί με το πρόβλημα: Ο Λένιν μιλούσε για τη δουλειά ακόμα και στα αντιδραστικά-εργοδοτικά συνδικάτα. Σήμερα η χρησιμότητα της Aριστεράς δεν είναι να φτιάξει τους δικούς της «μονοκομματικούς» συλλόγους ή σωματεία. Αλλά να παλέψει για να αλλάξει τους συσχετισμούς, να αποσπάσει κόσμο από την αδιαφορία, την απολιτική, τη μοιρολατρία, την αποχή. Αυτά θρέφουν τη δικομματική εξουσία που ρίχνει το λαό και τη νεολαία στη φτώχεια και την ανεργία. Πώς θα αντιμετωπιστούν αυτά; Με αναχώρηση των αριστερών δυνάμεων για άλλες πολιτείες, κόσμους και συλλόγους; Αλήθεια, το εργατικό κίνημα τι κέρδισε με τη δημιουργία του ΠΑΜΕ; Και τι θα προσφέρουν 10 ή 20 μικροί φοιτητικοί σύλλογοι που θα βρεθούν στην υπηρεσία του ΚΚΕ; Οι υπόλοιποι 300 θα εξακολουθούν να πνίγονται στο βούρκο του δικομματισμού;
Δεν άκουσε και δεν κατάλαβε τίποτα για τις αιτίες της κατάστασης των φοιτητικών συλλόγων: Η παραταξιοποίηση, ο εκφυλισμός, η εκτόνωση, η διάλυση, έχουν αιτίες. Η ΔΑΠ και η ΠΑΣΠ κάνουν τη δουλειά τους. Διαλύουν και γελοιοποιούν, στήνουν μηχανισμούς ενσωμάτωσης και διαπλοκής, υπηρετούν καλά την εξουσία. Η φοιτητική Aριστερά, εδώ και χρόνια, τι κάνει; Ο αριστερός εμφύλιος δεν είναι βασικός παράγοντας απομαζικοποίησης και διάλυσης; Οι αποφάσεις κομματικής περιχαράκωσης δεν εκφυλίζουν το φοιτητικό κίνημα; Ο συνδικαλιστικός χουλιγκανισμός; Τα γηπεδικά συνθήματα; Οι τραμπουκισμοί; Σε αυτά η Aριστερά ήταν αντίθετη, αμέτοχη, ή δυστυχώς συχνά πρωταγωνίστρια;
Δεν κατάλαβε και δεν θέλησε ποτέ να αναμετρηθεί με το πρόβλημα: Ο Λένιν μιλούσε για τη δουλειά ακόμα και στα αντιδραστικά-εργοδοτικά συνδικάτα. Σήμερα η χρησιμότητα της Aριστεράς δεν είναι να φτιάξει τους δικούς της «μονοκομματικούς» συλλόγους ή σωματεία. Αλλά να παλέψει για να αλλάξει τους συσχετισμούς, να αποσπάσει κόσμο από την αδιαφορία, την απολιτική, τη μοιρολατρία, την αποχή. Αυτά θρέφουν τη δικομματική εξουσία που ρίχνει το λαό και τη νεολαία στη φτώχεια και την ανεργία. Πώς θα αντιμετωπιστούν αυτά; Με αναχώρηση των αριστερών δυνάμεων για άλλες πολιτείες, κόσμους και συλλόγους; Αλήθεια, το εργατικό κίνημα τι κέρδισε με τη δημιουργία του ΠΑΜΕ; Και τι θα προσφέρουν 10 ή 20 μικροί φοιτητικοί σύλλογοι που θα βρεθούν στην υπηρεσία του ΚΚΕ; Οι υπόλοιποι 300 θα εξακολουθούν να πνίγονται στο βούρκο του δικομματισμού;
Τη στιγμή που στην ελληνική κοινωνία η οργή και η απόγνωση δημιουργούν ένα εύφλεκτο μείγμα, η ΚΝΕ επιλέγει να μετρηθεί, να ξεφύγει από την κακή εσωτερική κατάστασή της, να βαφτίσει τους πάντες καιροσκόπους και οπορτουνιστές. Συνεχίζει την πρακτική της περιχαράκωσης και του μετώπου με τον εαυτό της, αρνούμενη την ανάγκη της πιο πλατιάς συσπείρωσης για να αποκρουστεί η επίθεση που εξελίσσεται με λύσσα από το κεφάλαιο.
Αν θέλουμε να είμαστε πραγματικοί και σύγχρονοι, ας σκεφτούμε το φοιτητικό κίνημα του 2006 που μπλόκαρε την αναθεώρηση του άρθρου 16, σπάζοντας την παγιωμένη τότε δικομματική συναίνεση. Πώς ξέσπασε και γιατί; Συνέβαλε η διαλυμένη και γελοιοποιημένη ΕΦΕΕ; Βοήθησαν τα Διοικητικά Συμβούλια των συλλόγων; Ξέσπασε επειδή κάποιοι ξεσπάθωσαν ενάντια στην πεθαμένη από χρόνια γραφειοκρατία των οργάνων;
Όχι, αντίθετα, υπήρξε μια πολιτική κατεύθυνση και σύνθημα που είχε τεθεί μέσα στους φοιτητικούς χώρους και μια ευρεία ενότητα που ανάγκασε μέχρι και την ΚΝΕ να στρατευτεί με αυτό που αρχικά υποτιμούσε και κατήγγειλε. Και, κυρίως, υπήρξε μια επίπονη, επίμονη, καθημερινή αναμέτρηση για την ανατροπή ενός αρνητικού συσχετισμού και στους… 350 συλλόγους της δικομματικής ηγεμονίας ή/ και της φοιτητικής ραστώνης, και όχι το «μάντρωμα» των 20 αγωνιστικών συλλόγων που κάθε τρεις και λίγο καλούσαν σε διαδηλώσεις ολίγων εκατοντάδων.
Ξέραμε πως η νεολαία πρέπει να είναι φορέας νέων ιδεών κι όχι τελάλης για την απλή αναπαραγωγή κομματικών γραμμών. Σήμερα, που βρισκόμαστε σε μια ολοκληρωτικά νέα φάση, η Αριστερά πρέπει να κάνει τομές και ανατροπές. Αλλιώς, θα είναι μέρος του κάδρου της υβριζόμενης και απαξιωνόμενης Βουλής και κομμάτι ενός πολιτικού συστήματος που πρέπει να ξεπεραστεί για να γλιτώσουμε από τη χρεοκοπία και τη διά βίου πτώχευση.
Χάρης Παρασκευόπουλος,
πρόεδρος του Σ.Φ. Αρχιτεκτονικής Πάτρας,
μέλος της ΑΡΕΝ
πρόεδρος του Σ.Φ. Αρχιτεκτονικής Πάτρας,
μέλος της ΑΡΕΝ
22/03/2011
Χωρίς χρηματοδότηση 44 νοσοκομεία, 20 ΑΕΙ, ΤΕΙ και το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης!
Κόπηκε η κρατική χρηματοδότηση από αυτόν το μήνα σε 44 νοσοκομεία, 20 ΑΕΙ, ΤΕΙ και ερευνητικά Ιδρύματα, καθώς και το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης, σύμφωνα με ρεπορτάζ της «Ελευθεροτυπίας» του Σαββάτου. Όπως αναφέρει το δημοσίευμα, το υπουργείο Οικονομικών επέβαλε την «εσχάτη των ποινών» στους φορείς του Δημοσίου που δεν έχουν δώσει τα οικονομικά στοιχεία για τα έσοδα, τις δαπάνες, τα ελλείμματα και τις υποχρεώσεις τους, ενώ αναμένονται κυρώσεις και για εκείνους τους φορείς που ναι μεν κοινοποίησαν στοιχεία στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, αλλά αυτά είναι ελλιπή.
Το υπουργείο Οικονομικών φέρεται να απέστειλε επιστολή στα υπουργεία Υγείας, Παιδείας και Εσωτερικών, με την οποία ενημερώνει ότι δόθηκε εντολή να «μην εγκριθεί η μηνιαία επιχορήγηση 7%» σε 65 φορείς, επειδή αρνούνται να κοινοποιήσουν τα οικονομικά στοιχεία, με βάση τα οποία θα σχηματιστεί η πλήρης εικόνα για το έλλειμμα και τις υποχρεώσεις της γενικής κυβέρνησης, σημειώνει η εφημερίδα.
Σύμφωνα με πληροφορίες ωστόσο της εφημερίδας και με τα μέχρι τώρα στοιχεία που έχουν αποσταλεί και στην Ελληνική Στατιστική Αρχή, το έλλειμμα του προϋπολογισμού διαμορφώνεται στο 9,7% με 9,8%, ελαφρώς υψηλότερο από το 9,5% που ανακοίνωσε προ μηνός η κυβέρνηση και το 9,6% της τρόικας. Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ θα κοινοποιηθούν στη Eurostat στα τέλη του μήνα.
Η επιχορήγηση, που κόπηκε από αυτόν το μήνα, δεν πρόκειται να δοθεί ξανά μέχρι να εκπληρώσουν οι φορείς τις υποχρεώσεις τους, διαμήνυσε αρμόδιος παράγοντας του υπουργείου. Οι εν λόγω φορείς είναι οι ακόλουθοι:
Υπουργείο Παιδείας
Είκοσι ΑΕΙ, ΤΕΙ και ερευνητικά ιδρύματα δεν παίρνουν καμία επιχορήγηση. Ανάμεσα σ’ αυτούς είναι το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, το Πάντειο Πανεπιστήμιο, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, η Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας, το Πανεπιστήμιο Κρήτης και πλήθος ΤΕΙ από όλη τη χώρα. Κι αν κάποια ΤΕΙ έχουν ταμειακά υπόλοιπα, όπως σημείωνε ο ίδιος παράγοντας, το ερώτημα είναι μέχρι πότε θα τους φτάσουν αυτά για να κινηθούν, αναφέρει το ρεπορτάζ.
Υπουργείο Υγείας
Από τα 134 νοσοκομεία, τα 90 έχουν αποστείλει στοιχεία. Τα 44 «μικρότερου» μεγέθους που δεν έστειλαν τα στοιχεία δεν θα παίρνουν πλέον χρήματα από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Υπουργείο Εσωτερικών
Το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης που δεν έχει αποστείλει τα στοιχεία, δεν θα παίρνει επιχορήγηση.
Απειλούνται και οι μισθοί
Το κόψιμο της κρατικής χρηματοδότησης, όπως είναι αναμενόμενο, θα επηρεάσει όλες τις υποχρεώσεις των φορέων, μεταξύ των οποίων και οι μισθολογικές δαπάνες. Όπως επισημαίνει η «Ελευθεροτυπία», το θέμα αναμένεται να εξεταστεί σε ευρείες συσκέψεις των εμπλεκόμενων υπουργείων, όπου το υπουργείο Οικονομικών θα «διαπιστώσει τα έως τώρα πεπραγμένα και να καθορίσει τη μετέπειτα πορεία του».
πηγή tvxs.gr